Ο πυρήνας του δικαίου των τροφίμων

Τις τελευταίες δεκαετίες όλο και περισσότεροι κανόνες εφαρμόζονται σε υπερεθνικό επίπεδο σε σχέση με τα τρόφιμα. Τόσο από την Ευρωπαϊκή επιτροπή όσο και από την επιτροπή Codex Alimentarius που είναι μια συλλογή διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων, κωδίκων πρακτικής, κατευθυντήριων γραμμών και άλλων συστάσεων σχετικά με τα τρόφιμα, την παραγωγή τροφίμων και την ασφάλεια των τροφίμων. Πρώτιστος στόχος και σκοπός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η «εσωτερική αγορά» έτσι που θέλησε να εναρμονίσει τους κανόνες σε σχέση με τα τρόφιμα που διατίθενται στην αγορά. Η Κύπρος ως κράτος μέλος, οφείλει να υιοθετεί και να εφαρμόζει τους κανονισμούς της Ε.Ε έτσι που κρίνεται αναγκαία η μελέτη της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας. Μάλιστα οι προαναφερθέντες κανόνες, οι δικαστικές αποφάσεις και οι νομικές αναλύσεις επί αυτών είναι τέτοιες που πλέον αποτελούν ένα ξεχωριστό κλάδο δικαίου, «το δίκαιο των τροφίμων (Food Law)» που χρήζει μελέτης από μόνος του.

Σε αυτό το σύντομο άρθρο ο συγγραφέας θα επιχειρήσει να ερμηνεύσει το πυρήνα της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, που δεν είναι άλλος από την απαγόρευση του άρθρου 14(1) του Κανονισμού 178/2002, στο εξής ο κανονισμός.

Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο: «Τρόφιμα τα οποία είναι µη ασφαλή δεν διατίθενται στην αγορά». Λέγοντας τρόφιμα εννοούμε τα όσα ορίζει το άρθρο 2 του κανονισμού, δηλαδή ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή µερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για το σκοπό αυτόν. Στα «τρόφιµα» περιλαμβάνονται ποτά, τσίχλες και οποιαδήποτε ουσία, περιλαμβανομένου του νερού, η οποία ενσωματώνεται σκόπιμα στα τρόφιμα στη διάρκεια της παραγωγής, της παρασκευής ή της επεξεργασίας τους.

Η έννοια της διάθεσης στην αγορά ορίζεται στο άρθρο 3(8) του κανονισμού ως η κατοχή τροφίμων ή ζωοτροφών με σκοπό την πώληση, συμπεριλαμβανομένης της προσφοράς για πώληση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή μεταβίβασης, είτε δωρεάν είτε όχι, και την πώληση, διανομή και άλλες μορφές μεταφοράς από μόνες τους. Η “διάθεση στην αγορά”επομένως δεν αναφέρεται μόνο στην προσφορά στον τελικό καταναλωτή, αλλά αναφέρεται σε οποιαδήποτε μορφήτου εμπορίου οπουδήποτε στην τροφική αλυσίδα.

Σε σχέση με την ασφάλεια –ή μάλλον ανασφάλεια ενός τροφίμουαυτή κρίνεται υπό τις κανονικές συνθήκες παρασκευής και κατανάλωσης. Για να καθοριστεί εάν κάποιο τρόφιμο είναι μη ασφαλές, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη: α) οι κανονικές συνθήκες χρήσης του Τροφίμου από τον καταναλωτή και κάθε στάδιο της παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής, και β) οι πληροφορίες που παρέχονται στον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών στην ετικέτα, ή άλλες πληροφορίες που είναι γενικά διαθέσιμες στον καταναλωτή σχετικά με την αποφυγή συγκεκριμένων επιβλαβών για την υγείαεπιπτώσεις από ένα συγκεκριμένο τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων.

Η παράγραφος 3(α) φαίνεται να αναφέρεται σε μια υποκειμενική έννοια της «κανονικότητας» στην αγορά. Η αναφορά στις κανονικές συνθήκες σε κάθε στάδιο παραγωγής, μεταποίησης και διανομής είναι ανάλογη και σχετική για κάθε επιχείρηση τροφίμων. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την ανασφάλεια του προϊόντος που διατίθεται στην αγορά,μπορούν να λάβουν υπόψη τους την επεξεργασία που θα ακολουθήσει. Η παράγραφος 3(β) σχετίζεται με τη γνώση του καταναλωτή δια των πληροφοριών που είναι διαθέσιμες σε σχέση με τοβρώσιμο περιεχόμενο στην ετικέτα. Φαίνεται ότι στην έννοια των πληροφοριών συμπεριλαμβάνεται και η επισήμανση αλλεργιογόνων προς αποφυγή δυσμενών επιπτώσεις στην υγεία από ένα συγκεκριμένο τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων.

Είναι σύνηθες πρακτική να υιοθετούνται τα αποτελέσματα των δοκιμών των τροφίμων σε τρόφιμα από την ίδια παρτίδα.Αυτό ισχύει και για το άρθρο 14 του κανονισμού. Εάν ένα τρόφιμο διαπιστωθεί ότι δεν είναι ασφαλές, αυτό το εύρημα επεκτείνεται στα άλλα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται από την ίδια κατάσταση. Το άρθρο 14 του κανονισμού ορίζει  ότι όταν οποιοδήποτε τρόφιμο που δεν είναι ασφαλές αποτελεί μέρος παρτίδας ή παρτίδας τροφίμων της ίδιας κατηγορίας ή περιγραφής, τεκμαίρεται ότι όλα τα τρόφιμα αυτής της παρτίδας, είναι επίσης μη ασφαλή. Αυτή η αρχή είναι που οδήγησε στην γένεση του HACCP που αυξάνει την πιθανότητα τα μη ελεγμένα τρόφιμανα είναι επίσης ασφαλή.

Το πρώτο στοιχείο του ορισμού της ανασφάλειας («επιβλαβής για την υγεία») είναι  μάλλον ιατρικής φύσης, παρά νομικής. Εστιάζει στις επιπτώσεις των τροφίμων στην υγεία σε περίπτωση κατανάλωσης. Για να συμμορφωθεί ένας υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων με το άρθρο 14 , είναι απαραίτητο να γνωρίζει με ακρίβεια το φαγητό που πωλεί για να λάβει επιστημονική -ιατρική άποψη για τις πιθανές επιδράσεις ουσιών και/ή συστατικών που περιέχονται στα τρόφιμα.

Η διασταλτική ερμηνεία της ανασφάλειας επιβαρύνει τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων που έχουν την υποχρέωση να ενημερώνονται για την τελευταία λέξη της τεχνολογίας στην επιστήμη της ασφάλειας των τροφίμων.

Η έννοια του «ζημιογόνου» αναλύεται περαιτέρω στην παράγραφο 4 του άρθρου 14. Εν μέρει αυτό είναι ξεκάθαρο, όμως λαμβάνονται υπόψη τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις καθώς και οι πιθανές σωρευτικές τοξικές επιδράσεις.

Κατά τον προσδιορισμό του εάν κάποιο τρόφιμο είναι επιβλαβές για την υγεία, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:(α) όχι μόνο οι πιθανές άμεσες και/ή βραχυπρόθεσμες και/ή μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτού του τροφίμου στην υγεία ενός ατόμου που το καταναλώνει, αλλά και στις επόμενες γενιές. Λέγοντας επόμενες γενιές εννοούμε τον επηρεασμό του εμβρύου που κυοφορείται πχεμβρυοθνησιμότητα, ή εμβρυοτοξικότητα ή τερατογένεση.(β) στις πιθανές σωρευτικές τοξικές επιδράσεις·(γ) στις ιδιαίτερες ευαισθησίες για την υγεία μιας συγκεκριμένης κατηγορίας καταναλωτών όπου προορίζεται το τρόφιμο πχ αλλεργιογόνα.Η επισήμανση αλλεργιογόνων είναι απαραίτητη και η παρουσία ενός αδήλωτου αλλεργιογόνου καθιστά τα τρόφιμα μη ασφαλή. Η ευρέως διαδεδομένη πρακτική της προληπτικής επισήμανσης («μπορεί να περιέχει») αν και καλύπτει νομικά τους επαγγελματίες τροφίμων, δεν εξυπηρετεί το καταναλωτικό συμφέρων .

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το άρθρο 14 του Κανονισμού για τα Τρόφιμα είναι η πιο σημαντική διάταξη σε όλη την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα τρόφιμα. Ο Κανονισμός θέτει το υπόβαθρο και αναγκάζει τα κράτη μέλη να εκτελούν τη νομοθεσία για τα τρόφιμα, παρακολουθώντας την τήρηση των απαιτήσεων της νομοθεσίας από τους υπευθύνους των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. Για το σκοπό αυτό διατηρούν σύστημα επίσημων ελέγχων και άλλων δραστηριοτήτων όπως αρμόζει στις περιστάσεις. Τέλος, Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβιάσεις της νομοθεσίας για τατρόφιμα και τις ζωοτροφές. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

Print Friendly, PDF & Email
Ετικέτες: